Η διαταραχή πανικού (ΔΠ) είναι μια αγχώδης διαταραχή, που εκδηλώνεται τόσο με ψυχολογικά όσο και με σωματικά συμπτώματα. Πρόκειται για μια από τις πιο συχνές ψυχικές παθήσεις, κατά την οποία το άτομο παρουσιάζει αιφνίδια και ανεξέλεγκτα επεισόδια έντονου φόβου και άγχους, που ονομάζονται κρίσεις πανικού. Υπολογίζεται ότι το 4% του γενικού πληθυσμού υποφέρει από συχνές και σοβαρές κρίσεις πανικού και ότι το 1-4% του πληθυσμού θα βιώσει μια κρίση πανικού κάποια στιγμή στη ζωή του.
Η διάρκεια μιας κρίσης πανικού μπορεί να είναι από μερικά λεπτά έως μερικές ώρες, μπορεί να εκδηλωθεί σε όλες τις ηλικίες, με μεγαλύτερη συχνότητα στις ηλικίες μεταξύ 20 – 40 και είναι 2 έως 3 φορές συχνότερη στις γυναίκες, συγκριτικά με τους άντρες.
Τα πιο εμφανή συμπτώματα της κρίσης πανικού είναι:
Ψυχολογικά:
-Φόβος για την υγεία και την πιθανή απώλεια της ζωής
-Αδυναμία προσοχής και συγκέντρωσης
-Φόβος ότι το άτομο θα χάσει τον έλεγχο
-Φόβος ότι το άτομο οδηγείται στην παράνοια
-Φόβος για κλειστούς χώρους-έλλειψη οξυγόνου
-Φόβος για πολύβουα και πολυπληθή μέρη-αποφυγή του συγχρωτισμού με πλήθος ανθρώπων
Σωματικά:
-Δύσπνοια – αίσθηση πνιγμού (το άτομο νιώθει ότι δεν του φτάνει ο αέρας)
-Ταχυκαρδία και αίσθημα παλμών
-Τάση λιποθυμίας
-Ζάλη και τρέμουλο
-Αίσθημα αστάθειας και έλλειψης ισορροπίας
-Αίσθημα βάρους στο στήθος
-Μούδιασμα και μυρμηγκιάσματα σε όλο το σώμα
-Εξάψεις- ρίγη και έντονη εφίδρωση κυρίως στα άκρα
-Ναυτία και ανακατωσούρα στο στομάχι
-Μυϊκή τάση και σφίξιμο.
Συνήθως σε έναν ασθενή εμφανίζονται κάποια από τα παραπάνω συμπτώματα, για να γίνει όμως διάγνωση της διαταραχής, θα πρέπει να εμφανίζονται τουλάχιστον τέσσερα από αυτά, σε τέσσερα επεισόδια πανικού κατά τη διάρκεια ενός μήνα. Μόνο τότε θεωρείται ότι ο ασθενής πάσχει από διαταραχή πανικού. Επίσης ένας ασθενής θεωρείται ότι πάσχει από διαταραχή πανικού, όταν μετά από μια κρίση πανικού έχει για χρονικό διάστημα τουλάχιστον ενός μηνός, έντονο διαρκή φόβο επανάληψης της κρίσης πανικού.
Χρειάζεται να αναφερθεί επίσης ότι αυτά τα συμπτώματα είναι τα συνήθη όταν βρισκόμαστε σε κατάσταση κινδύνου. Η ειδοποιός διαφορά είναι ότι αυτά τα συμπτώματα εμφανίζονται ξαφνικά και χωρίς κανέναν λόγο, παρουσιάζονται σε φαινομενικά ακίνδυνες καταστάσεις, ακόμα και κατά τη διάρκεια του ύπνου, δεν έχουν καμία σχέση με κάποιο γεγονός, εμφανίζονται ξαφνικά και δεν υπάρχει κάποιος εύκολος τρόπος για να σταματήσουν και η αίσθηση φόβου που κυριαρχεί είναι πέρα από κάθε λογικό όριο και ρεαλιστικής πραγματικότητας.
Μία κρίση πανικού καθεαυτή δεν είναι επικίνδυνη, αλλά η εμπειρία είναι εξαιρετικά δυσάρεστη και δεν σταματά εκεί. Άπαξ και συμβεί μια φορά, το άτομο αρχίζει και βιώνει άγχος προσμονής, δηλαδή ασχολείται επίμονα με την πιθανότητα ότι θα ακολουθήσει και άλλη κρίση. Νιώθει διαρκώς ανησυχία, παρατηρεί έντονα τις αντιδράσεις του και είναι σε διαρκή επιφυλακή για σωματικά συμπτώματα ή ενοχλήσεις που θα σηματοδοτήσουν μια νέα κρίση. Η παραμικρή δυσφορία, ζάλη ή αδιαθεσία ερμηνεύεται με αρνητικό έως και καταστροφικό τρόπο. Για να «προστατευτεί», μεταβάλλει προς το χειρότερο τον τρόπο ζωής του. Περιορίζει τις δραστηριότητες του και αποφεύγει χώρους ή συνθήκες που συνδέονται με την πρώτη κρίση πανικού. Αυτή η συμπεριφορά αποφυγής εδραιώνει το φόβο απέναντι στην κρίση πανικού. Έτσι ο φόβος επεκτείνεται και σε άλλες καταστάσεις.
Οπότε το άτομο μπαίνει σε έναν φαύλο κύκλο προσμονής και αποφυγής αντικείμενων, χώρων και καταστάσεων που θεωρεί ότι μπορεί να προκαλέσουν ένα νέο επεισόδιο. Αρχίζει δηλαδή να αποφεύγει σταδιακά διάφορες δραστηριότητες και προτιμά να μένει στο σπίτι, γιατί θεωρεί ότι έτσι θα αποφύγει τις καταστάσεις που θα προκαλέσουν μια νέα κρίση πανικού και να βρεθεί πάλι σε μια κατάσταση εγκλωβισμού που δεν μπορεί να λάβει καμία βοήθεια. Οπότε η καθημερινότητα του καθίσταται βασανιστική και εξαιρετικά περιοριστική. Πράγματι, πολλά άτομα που πάσχουν από κρίσεις πανικού δεν μπορούν πια να ασκήσουν κανονικά το επάγγελμά τους, να οδηγήσουν το αυτοκίνητό τους, να βγουν από το σπίτι τους αν δεν έχουν μαζί τους κάποιον συνοδό, χάνουν τις κοινωνικές τους επαφές , νιώθουν συνεχώς άρρωστα, αποξενώνονται από τον ερωτικό σύντροφο λόγω της συνεχούς ενασχόλησης με τον πανικό, έχουν αϋπνίες και εκνευρισμό.
Παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη των κρίσεων πανικού:
- Σημαντικά γεγονότα θετικά και αρνητικά: χρόνια προβλήματα υγείας, ένας χωρισμός, η απώλεια ή η αλλαγή της εργασίας, ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου, τα οικονομικά αδιέξοδα, η αλλαγή κατοικίας, η γέννηση ενός παιδιού, ο γάμος, η εισαγωγή στο πανεπιστήμιο.
- Κάποιες ουσίες ή φάρμακα, όπως οι αμφεταμίνες, η κοκαΐνη ορισμένα υπνωτικά χάπια.
- Η κατάθλιψη: Άνθρωποι που πάσχουν από κατάθλιψη παρουσιάζουν συχνά και κάποια αγχώδη διαταραχή. Πολλές φορές δεν είναι εύκολο να πούμε αν η κατάθλιψη προϋπήρχε ή αν παρουσιάστηκε ως συνέπεια των κρίσεων πανικού.
- Η ιδιοσυγκρασία του ατόμου: Υπάρχουν άνθρωποι ήρεμοι και άνθρωποι πιο νευρικοί, άνθρωποι που έχουν μεγάλη προσαρμοστικότητα και αντοχή και άλλοι που εκνευρίζονται με το παραμικρό. Γενικά άνθρωποι με υψηλό επίπεδο ευερεθιστότητας και χαμηλή ικανότητα προσαρμογής είναι πιο επιρρεπείς στο φόβο και το άγχος.
- Ο τρόπος που αντιμετωπίζει τις δυσκολίες: Αν ο τρόπος του είναι περισσότερο παθητικός και βασίζεται στο να αποφεύγει καταστάσεις που τον φοβίζουν, να στρέφεται στον εαυτό του και να αναμασά αρνητικές σκέψεις, τότε δημιουργεί προϋποθέσεις ευνοϊκές για διαταραχές φόβου και άγχους.
- Η αυτοεικόνα του: Στον τρόπο δηλαδή που βλέπει τον εαυτό του, τις προσδοκίες που έχει από αυτόν και από τη ζωή του γενικά και της εμπιστοσύνης στις δυνατότητές του.
- Η κληρονομικότητα: Παρατηρείται ότι είναι μεγαλύτερες οι πιθανότητες να πάθουν κρίσεις πανικού άνθρωποι στων οποίων την άμεση οικογένεια υπάρχουν συγγενείς που πάσχουν ή έπασχαν κάποτε κι αυτοί.
Οι κρίσεις πανικού δεν οφείλονται, σε αδυναμία του ατόμου να ελέγξει τον εαυτό του ή σε έλλειψη θέλησης. Αντιθέτως, τα άτομα που υποφέρουν είναι δυναμικά και λειτουργούν κάτω από δύσκολες συνθήκες, ασκώντας έντονη ψυχολογική πίεση στον εαυτό τους. Είναι εκείνα τα άτομα που θέλουν να έχουν τον έλεγχο τόσο στις καταστάσεις της ζωής τους όσο και στις σχέσεις που δημιουργούν. Τους αρέσει η τάξη και η οργάνωση. Θέτουν σε άμεση προτεραιότητα τα προβλήματα των άλλων και στην προσπάθειά τους να βοηθήσουν αγνοούν τις δικές τους συναισθηματικές ανάγκες. Όταν, λοιπόν, αυτοί οι άνθρωποι, που ελέγχουν τόσο καλά τη ζωή τους, βιώσουν κρίση πανικού, αισθάνονται ιδιαίτερη ανασφάλεια αλλά και θυμό για την δυσμενή θέση στην οποία έχουν επέλθει και κρύβουν με κάθε τρόπο το πρόβλημα τους γιατί δεν μπορούν να το «συγχωρέσουν» στον εαυτό τους αυτό στο οποίο έχουν περιέλθει.
Πως μπορεί να θεραπευθεί η διαταραχή:
H θεραπεία της διαταραχής πανικού περιλαμβάνει ψυχοθεραπεία, με ή χωρίς φαρμακευτική αγωγή. Ως αποτέλεσμα, ένα μεγάλο ποσοστό -γύρω στο 80%- θα επιτύχει μείωση του αριθμού και της συχνότητας των κρίσεων πανικού ή και την εξάλειψη τους. Στη θεραπεία των κρίσεων πανικού, ο καλύτερος τρόπος είναι η γνωστική-συμπεριφορική ψυχοθεραπεία, που έγκειται στην επίγνωση του τι ακριβώς συμβαίνει στο άτομο, γιατί του συμβαίνει, καθώς και στην αναγνώριση και αλλαγή του τρόπου σκέψης που συντηρεί το άγχος.
Ως επίλογο θα σημειώσω, ότι είναι εύκολο να συμπεράνει κανείς πως οι κρίσεις πανικού εμφανίζονται γιατί κάτι θέλουν να «πουν»! Είναι η ώρα που το σώμα «φωνάζει» ότι θέλει την δική του προσοχή και φροντίδα. Το άτομο χρειάζεται αλλαγές με σημαντικότερη την αναγνώριση των δικών του συναισθηματικών αναγκών, συμφιλίωση με τον εαυτό του, θέτοντάς τον σε άμεση προτεραιότητα.
Θυμηθείτε:
- Παρόλο που τα αισθήματα και τα συμπτώματα είναι πολύ τρομακτικά δεν είναι επικίνδυνα
- Αυτό που βιώνετε είναι απλά μια υπερβολή των φυσιολογικών σωματικών σας αντιδράσεων στο στρες
- Κατά την διάρκεια της κρίσης πανικού προσπαθήστε να σκεφτείτε ότι δεν σας συμβαίνει τίποτα επικίνδυνο και ότι τα δυσάρεστα αυτά συμπτώματα θα αρχίσουν σε λίγο να υποχωρούν
- Αποφύγετε να κατηγορείτε τον εαυτό σας αν δεν μπορείτε να αντιμετωπίσετε μόνοι σας τα συμπτώματά σας. Οι περισσότεροι άνθρωποι χρειάζονται την βοήθεια ειδικού για να το κατορθώσουν
Πηγή:xronos.gr
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου